Ένας μικρός απολογισμός για μια τριετία
Συναδέλφισσες, συνάδελφοι,
Για το σωματείο
Οδηγούμαστε σε αυτές τις εκλογές, μέσω μιας διαδικασίας αναντίστοιχης με την προσπάθεια που έγινε για να κρατηθεί όρθιο το σωματείο μετά από την δύσκολη κατάσταση πολιτικής αδράνειας και ακροδεξιάς συνδικαλιστικής υποταγής στην οποία είχε περιέλθει κατά τη διετία 2017-2019 (περίοδος αυτοδυναμίας ΔΑΚΕ[1]).
Αυτά τα τρία χρόνια (2019-2022) έγινε μια απόπειρα λειτουργίας του σωματείου χωρίς μεν συγκροτημένο προεδρείο, αλλά με τις υπογραφές των 4 από τα 7 μέλη του ΔΣ που εξελέγη στις αμέσως προηγούμενες εκλογές: ΠΑΜΕ (2 έδρες), ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗ (1 έδρα) και ΑΥΤΟΝΟΜΗ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ (1 έδρα). Η ΔΑΚΕ απείχε συστηματικά, όπως το συνηθίζει.
Αυτή η ίδια σύνθεση αποτέλεσε από την πρώτη στιγμή και την πρότασή μας για την εκλογή προεδρείου, μια πρόταση που επαναφέραμε συστηματικά στη βάση ενός πλαισίου πολιτικής συμφωνίας σε αρχές που διασφάλιζαν το διεκδικητικό πλαίσιο του σωματείου (έχει επισυναφθεί επανειλημμένα στις ανακοινώσεις μας).
Κι ενώ τα παραπάνω (λειτουργία στη βάση των τεσσάρων υπογραφών και αντίστοιχη πρόταση για συγκρότηση προεδρείου) αποτελούν τις προφανείς δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, η πρόταση μας επί τρία χρόνια έβρισκε την κάθετη άρνηση του ΠΑΜΕ (Αγωνιστική Συσπείρωση). Η αντίφαση αυτή είναι άλλη μία πτυχή που καταδεικνύει την εκτός πραγματικότητας και αδιέξοδη πολιτική λογική του αναλογικού προεδρείου (πρόεδρος από την πρώτη δύναμη, γραμματέας από τη δεύτερη κοκ). Και καθώς η προσπάθεια δικαιολόγησης αντιφατικών θέσεων γεννά νέες αντιφάσεις, έφτασε το ΠΑΜΕ στο σημείο να θεωρεί ήσσονος σημασίας βασικές λειτουργίες του Σωματείου που ελλείψει προεδρείου παραμένουν τυπικά -αλλά και ουσιαστικά τελικά- ανενεργές. Με την απώλεια της δυνατότητας προκήρυξης στάσεων εργασίας, οι κινητοποιήσεις εκπαραθυρώθηκαν από το εργασιακό ωράριο, κατέστη αδύνατη η μετατροπή των στάσεων εργασίας της ΟΛΜΕ σε απεργιακές κινητοποιήσεις (με τη μορφή των συμπληρωματικών στάσεων εργασίας 3+3 ωρών), απονευρώθηκε κάθε δυνατότητα αντίδρασης με αποτέλεσμα τόσο οι κυβερνητικές αντιεκπαιδευτικές επιλογές, όσο και οι αυθαιρεσίες της διοίκησης να προχωρούν ανεμπόδιστα στη Λέσβο. Με την απώλεια της συνδικαλιστικής μείωσης του ωραρίου έγινε αδύνατη η συστηματική δια ζώσης παρουσία του ΔΣ στα σχολεία για ενημερώσεις και συνδικαλιστικές παρεμβάσεις.
Κατά τη γνώμη μας, η λειτουργία του σωματείου δεν είναι ούτε οι πλειοψηφίες στο ΔΣ, ούτε οι λεονταρισμοί αυτόκλητων σωτήρων που θεωρούν ότι οι δυο εβδομάδες πριν τις εκλογές θα δημιουργήσουν θετικές προεκλογικές εντυπώσεις, πόσο μάλλον η επιλογή της ανάθεσης της επίλυσης πολιτικών αδιεξόδων στη «Δικαιοσύνη» και τα Πρωτοδικεία αντί για τις αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες του Σωματείου. Όποιος κόπτεται για το Σωματείο δεν φοβάται τις Γενικές Συνελεύσεις, τις επιζητά. Δεν τις αρνείται, ούτε βέβαια τις ορίζει στα τριήμερα και τα Σαββατοκύριακα του καλοκαιριού.
Η συγκρότηση του προεδρείου είναι διευκολυντική για τη λειτουργία του Σωματείου όταν και εφόσον το προεδρείο τη χρησιμοποιεί για την ενημέρωση και την επαφή με τους Συλλόγους διδασκόντων, την παρέμβαση στις περιπτώσεις αυθαιρεσιών της διοίκησης, στην οργάνωση και την πραγματοποίηση εκδηλώσεων και κινητοποιήσεων με θέμα τα ζητήματα που απασχολούν τους συναδέλφους και τις συναδέλφισσες, την πανελλαδική δικτύωση του σωματείου και την επικοινωνία με την ΟΛΜΕ ώστε να μην αιφνιδιαζόμαστε από τις αντιεκπαιδευτικές επιλογές της εκάστοτε κυβέρνησης αλλά να συντονιζόμαστε με τα σωματεία (ΕΛΜΕ και ΣΕΠΕ) που μοιραζόμαστε τις ίδιες ανησυχίες και έχουμε κοινό βηματισμό στις διεκδικήσεις μας.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορεί να συμβεί με γραφειοκρατικές συγκολλήσεις παρατάξεων στις οποίες ανατίθεται ο αγώνας των εκπαιδευτικών για ένα σύγχρονο δημόσιο σχολείο που υπηρετεί τις ανάγκες όλων των παιδιών και που διασφαλίζει αξιοπρεπείς συνθήκες εργασίας. Ο αγώνας αυτός, κατά τη γνώμη μας πρέπει να είναι το αποτέλεσμα της έκφρασης του Σωματείου μέσα από συλλογικές διαδικασίες (κυρίως Γενικές Συνελεύσεις αλλά και πρωτοβουλίες παιδαγωγικής και πολιτιστικής παρέμβασης που τόσο έχει ανάγκη ο κλάδος μας, οι μαθητές μας και οι οικογένειές τους).
Για την επίθεση στην εκπαίδευση
Οι εκπαιδευτικοί στη Λέσβο βιώσαμε επί τρία χρόνια την εργασιακή εξάντληση αλλά και την υποτίμηση και την επιθετική αντιμετώπιση, υπαγορευόμενη είτε από διοικητικές πρωτοβουλίες σωφρονισμού και παραδειγματισμού, είτε από την επένδυση στον κοινωνικό αυτοματισμό εναντίον των μισητών για την κυβέρνηση Μητσοτάκη δημοσίων υπαλλήλων.
Χτυπήθηκε αντιδημοκρατικά, σχεδόν πραξικοπηματικά, το δικαίωμά μας στην απεργία, τη συλλογική διεκδίκηση, τη διαμαρτυρία. Βιώσαμε ρεβανσιστικές πρακτικές εκφοβισμού στις οποίες δεν απαντήσαμε συλλογικά και αποφασιστικά, με αποτέλεσμα να εμπεδώνεται μια κουλτούρα ήττας και ματαιότητας στις συλλογικές διεκδικήσεις μας.
Η αντικειμενική συνθήκη της απομόνωσης λόγω της πανδημίας επέτεινε το κλίμα ανασφάλειας και ατομισμού. Όλο αυτό το χρονικό διάστημα έγιναν προσπάθειες αποδόμησης του δημόσιου σχολείου με ιδεολογική προμετωπίδα την αριστεία και την αξιολόγηση.
Εργαλειοποιώντας την πανδημία, η κυβέρνηση εκμεταλλεύτηκε τη συγκυρία για να προχωρήσει σε μία βαθιά και αντιδραστική πολιτική ενίσχυσης των ταξικών φραγμών για τους μαθητές μας, φίμωσης και εντατικοποίησης για τους εκπαιδευτικούς. Τράπεζα θεμάτων, βάση του 10 για την εισαγωγή στα πανεπιστήμια, επιπλέον μείωση των εισακτέων κατά 9000, νομιμοποίηση της κακοπληρωμένης εργασίας ανηλίκων (μαθητεία στα ΕΠΑΛ) αποτελούν τα σημεία στα οποία η κυβέρνηση προχώρησε με στρατηγικό σχεδιασμό προκειμένου να αλλάξει το τοπίο στην εκπαίδευση και να κατηγοριοποιήσει τους μαθητές οδηγώντας τους χωρίς επαρκή μόρφωση στο κυνήγι του μεροκάματου. Διασφάλισε όμως παράλληλα και την δημιουργία μιας ελίτ μαθητών, φορτώνοντάς τους -μέσω της προσωπίδας των καλών επιδόσεων σε εξετάσεις (εισαγωγή σε πρότυπα σχολεία)- όλα τα ιδεολογήματα που αποκρύπτουν ότι οι πραγματικοί λόγοι της σχολικής επιτυχίας ή αποτυχίας είναι βαθιά ταξικοί.
Η κατάσταση είναι παρόμοια και στο σχολείο ως εργασιακό περιβάλλον:
· Η εγκαθίδρυση του «προσοντολογίου» σε βάρος της εργασιακής εκπαιδευτικής εμπειρίας ως κριτήριο διορισμού και η κουλτούρα της αξιολόγησης ως μέσο διασφάλισης της ποιότητας της παρεχόμενης εκπαίδευσης από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ (που στηρίχτηκε από τη ΔΑΚΕ την ΠΑΣΚ και τα ΣΥΝΕΚ στο 19ο Συνέδριο της ΟΛΜΕ),
· η δημιουργία του portfolio προσόντων, η ασφυκτική πίεση και οι απειλές από όλα τα επίπεδα της διοίκησης στην εκπαίδευση για την εφαρμογή της αξιολόγησης,
· η χρησιμοποίηση της τηλε-επιμόρφωσης ως εύκολης λύσης για την καταστρατήγηση κάθε έννοιας εργασιακού ωραρίου (απογεύματα, Σάββατα και Κυριακές, ημέρες απεργίας),
· η επίθεση στη δυνατότητα συλλογικών αποφάσεων και αντίστασης του κλάδου, στη λειτουργία των ίδιων των Σωματείων (γραφειοκρατικό μπλόκο στον τρόπο λήψης της απόφασης για απεργία από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ και συνέχιση της ίδιας λογικής από τον νόμο Χατζηδάκη με ευθεία διαλυτική παρέμβαση σε όλη τη δομή και λειτουργία των Σωματείων),
· η αύξηση της γραφειοκρατίας και η υποτίμηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε μετρήσιμο προϊόν που μπορεί να παρέχεται με οποιονδήποτε τρόπο (Webex) φτάνει να πετυχαίνει τους στόχους (διδακτέα ύλη, αποτελέσματα στις εξετάσεις PISA),
έδειξαν ότι η κυβέρνηση της ΝΔ (με την ιδεολογική πάντα στήριξη της προηγούμενης κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ) θέλουν να προσαρμόσουν τις συνθήκες εργασίας των εκπαιδευτικών στο μοντέλο των ιδιωτικών επιχειρήσεων που στηρίζεται στο τρίπτυχο: βιογραφικό - παραγωγικότητα - ελαστικές σχέσεις εργασίας.
Οι διορισμοί που έγιναν την τελευταία τριετία δεν ήταν παρά η απολύτως απαραίτητη απάντηση στο αγωνιώδες αίτημα όλης της εκπαιδευτικής κοινότητας για κάλυψη των κενών στην εκπαίδευση και το σεβασμό στην εργασιακή αξιοπρέπεια των εκπαιδευτικών. Ο σχεδιασμός των κυβερνήσεων των τελευταίων ετών έχει σαφή στόχευση την περεταίρω ελαστικοποίηση των εργασιακών σχέσεων (τρίμηνες συμβάσεις), τη δημιουργία εργαζομένων πολλών ταχυτήτων. Πίνακες και υποπίνακες, ομάδες και υποομάδες, με άλλα δικαιώματα και μία διάσπαρτη αίσθηση αδικίας, που συνήθως αποτρέπονται από οποιαδήποτε συλλογική διεκδίκηση ή καταλήγουν σε δικηγορικά γραφεία και ομαδικές προσφυγές με άγνωστη κατάληξη.
Για το ρόλο της Αγωνιστικής Παρέμβασης
Όσοι συμμετέχουμε στο πολιτικοσυνδικαλιστικό σχήμα της ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΗΣ ΠΑΡΕΜΒΑΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΩΝ ΛΕΣΒΟΥ κρατήσαμε ξεκάθαρη στάση σε όλα τα παραπάνω ζητήματα
ü χωρίς ποτέ να δίνουμε την εντύπωση στους συναδέλφους που απευθύνθηκαν σε εμάς ή στο σωματείο ότι η αλληλεγγύη εξαργυρώνεται με ψήφους,
ü έχοντας ξεκάθαρα ταχθεί υπέρ της ουσιαστικής λειτουργίας του Σωματείου με αμεσοδημοκρατικές διαδικασίες,
ü σηκώνοντας το βάρος της δημόσιας παρουσίας του Σωματείου και της απεύθυνσης στους συναδέλφους και την τοπική κοινωνία με όποιο μέσο μπορούσαμε -ακόμα και την περίοδο της πανδημίας- και συναποφασίζαμε με τις παρατάξεις που διαμόρφωναν την πλειοψηφία των αποφάσεων της ΕΛΜΕ Λέσβου (διαδικτυακές εκδηλώσεις, παρουσία του Σωματείου στα τοπικά μέσα ενημέρωσης),
ü υπογραμμίζοντας διαρκώς γραπτά και προφορικά την ανάγκη της συγκρότησης προεδρείου προκειμένου να μπορούν να προκηρυχθούν στάσεις εργασίας για ζητήματα που απασχολούσαν τόσο τα σχολεία της Λέσβου (μεταστέγαση Μουσικού σχολείου Μυτιλήνης σε προβληματικές και ανεπαρκείς εγκαταστάσεις στην Παναγιούδα, "βιομηχανία ΕΔΕ" στην οποία έχει επενδύσει υπουργείο και τοπική διοίκηση για να συμμορφώσει όσους τολμούν να διεκδικούν τα αυτονόητα, μετακινήσεις εκπαιδευτικών και τοποθετήσεις με αποφάσεις του δοτού ΠΥΣΔΕ Λέσβου όπου οι αιρετοί εξελέγησαν ενάντια στις αποφάσεις του κλάδου με 30% συμμετοχή σε ηλεκτρονική ψηφοφορία, προβολή παραπλανητικής εικόνας ομαλής λειτουργίας του σχολείου μέσω webex από στελέχη της φιλοκυβερνητικής παράταξης σε απευθείας σύνδεση με το Υπουργείο κλπ) όσο και κεντρικά πολιτικά εκπαιδευτικά ζητήματα,
ü κρατώντας μια στάση υγειούς πολιτικής αντιπαράθεσης με γνώμονα τη λειτουργία του Σωματείου κι όχι τα μικροπαραταξιακά συμφέροντα, φροντίζοντας να υπογραμμίζουμε γραπτά και προφορικά τις πολιτικές συμφωνίες με τις παρατάξεις με τις οποίες συναποφασίζαμε αυτά τα χρόνια[2],
ü μη υποκύπτοντας όμως στον πολιτικό εκβιασμό της αναγκαστικής συμμετοχής μας σε ένα προεδρείο όπου θα έπρεπε να στηρίξουμε τη θέση του προέδρου από τη ΔΑΚΕ, μια παράταξη που τουλάχιστον τοπικά αποτελεί το μακρύ χέρι των πιο αντιδραστικών επιλογών της Διοίκησης και του Υπουργείου και είναι πλήρως υποταγμένη στην κυβερνητική επιλογή για τη διάλυση του δημόσιου σχολείου και τη δημιουργία ενός σχολείου της αγοράς και της αριστείας. Μια παράταξη που έχει αναγάγει σε προσόν στο κομματικό της βιογραφικό το «πέρασμα» έστω μια φορά από θέση στο Σωματείο προκειμένου να χτίσει την καριέρα των στελεχών της στη διοίκηση αλλά και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Δηλώνουμε απερίφραστα και χωρίς κανέναν ενδοιασμό ότι κάναμε αυτή την τριετία ό,τι ήταν ανθρωπίνως δυνατό, με τη μια έδρα που είχαμε στο ΔΣ αλλά και στους Συλλόγους διδασκόντων των οποίων είμαστε μέλη ώστε να αναδείξουμε τα ζητήματα που είναι κομβικά για το Δημόσιο Σχολείο, όπως εμείς το αντιλαμβανόμαστε, για τη μόρφωση όλων των παιδιών και για ένα αξιοπρεπές περιβάλλον εργασίας για τους εκπαιδευτικούς. Δε διστάσαμε να συγκρουστούμε με τη λογική της τυφλής πειθάρχησης σε νόμους που επιβλήθηκαν χωρίς να ληφθεί υπόψη η άποψη των Σωματείων και των Ομοσπονδιών, των Συλλόγων Διδασκόντων, των μαθητικών κοινοτήτων και των οικογενειών τους.
Θεωρούμε ότι η συνέχιση του αγώνα για την ανατροπή αυτής της αντιεκπαιδευτικής πολιτικής που εξυπηρετεί τις επιταγές της αγοράς κι όχι της εκπαιδευτικής κοινότητας είναι απαραίτητη και πρέπει να οργανωθεί στη βάση των Σωματείων από τους ίδιους τους συναδέλφους στη λογική ενός πανεκπαιδευτικού μετώπου. Παρά την αήθη και συστηματική πίεση και επίθεση που δεχθήκαμε το τελευταίο χρονικό διάστημα επιμένουμε να διεκδικούμε την παρουσία μας στο Σωματείο και δηλώνουμε προς πάσα κατεύθυνση ότι θα συνεχίσουμε με τον ίδιο τρόπο που πορευόμαστε τόσα χρόνια.
Χωρίς δεσμεύσεις από προσωπικές και πολιτικές σχέσεις, μακριά από τη λογική των συνδιαλλαγών και των κομπρεμί, πιστεύουμε ότι τα πολιτικοσυνδικαλιστικά σχήματα του δικτύου των Παρεμβάσεων αποτελούν μια πρόταση αγωνιστικής, αυτόνομης και ακηδεμόνευτης συνδικαλιστικής παρέμβασης που επιστρέφει το λόγο στους ίδιους τους συναδέλφους και δεν αναλαμβάνει την επίλυση των προβλημάτων ως γνώστης και διαχειριστής, δεν ενσωματώνει τον παραγοντισμό αλλά αντιτάσσεται σε αυτόν με υπευθυνότητα και με συλλογικό τρόπο χωρίς να εκβιάζει και να εγκλωβίζει με φτηνά πολιτικά κόλπα τους συναδέλφους.
Μυτιλήνη, 13 Ιούνη 2022
Αγωνιστική Παρέμβαση
[1] Ανακοίνωση Αγωνιστικής Παρέμβασης: 23/10/2018 «Μία μαύρη σελίδα στην ιστορία της ΕΛΜΕ Λέσβου»
[2] Ανακοίνωση Αγωνιστικής Παρέμβασης: 10/02/2021 «…και ξαφνικά η ΔΑΚΕ ξύπνησε»
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου